Το 30-40% όλων των περιπτώσεων καρκίνου θα μπορούσαν να αποφευχθούν με την τροποποίηση της διατροφής, τη διατήρηση του βέλτιστου σωματικού βάρους και την τακτική σωματική άσκηση.
Ακόμη και σε περίπτωση που υπάρχουν κληρονομούμενα γονίδια, τα οποία ενοχοποιούνται για τον καρκίνο, με την αλλαγή του τρόπου ζωής μπορεί επιγενετικά να τροποποιηθεί η έκφραση αυτών των γονιδίων και να μειωθεί η πιθανότητα νόσησης.
Τα παραπάνω επισήμανε στο 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ερευνητικής Εταιρείας Ουρογεννητικής Ογκολογίας, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη, η παθολόγος- ογκολόγος, διευθύντρια ΕΣΥ στο ΓΝΑ Ιπποκράτειο, Σταυρούλα Ντρουφάκου.
Στην ανακοίνωσή της με θέμα «Διατροφή και πρόληψη του καρκίνου του μαστού» η κ. Ντρουφάκου ανέφερε ότι πολλές προοπτικές κλινικές μελέτες και μετααναλύσεις έχουν δείξει ότι υπάρχει συσχέτιση του καρκίνου του μαστού με τον τρόπο ζωής (διατροφή, άσκηση, παχυσαρκία και αλκοόλ) ενώ παράλληλα τόνισε ότι τα «γονίδια δεν είναι απολύτως η μοίρα μας.
Μπορούν να μας δώσουν χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τον αυξημένο κίνδυνο επίπτωσης μιας νόσου, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις δεν θα προσδιορίσουν την πραγματική αιτία της ασθένειας ή την πραγματική πιθανότητα κάποιου να νοσήσει.
Το βιολογικό αποτέλεσμα που θα προέλθει από τη σύνθετη αλληλεπίδραση των πρωτεϊνών και των κυττάρων με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες δεν οφείλεται άμεσα και μόνο στον γενετικό κώδικα».
Σύμφωνα με αποτελέσματα από την ευρωπαϊκή μελέτη EPIC (European Prospective Investigation into Cancer and Nutrition), στην οποία συμπεριλήφθηκαν μισό εκατομμύριο συμμετέχοντες και στην οποία έλαβαν μέρος 10 ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, η αυξημένη κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών έχει συσχετιστεί με την περίπου 30% αυξημένη πιθανότητα να νοσήσει κανείς από καρκίνο του μαστού.
Είναι μεγάλο ποσοστό.
Αντιθέτως τα πολυακόρεστα λιπαρά και τα ω3, ειδικά αυτά που προέρχονται από τα ψάρια, έχουν προφυλακτική δράση και μειώνουν γύρω στο 14% την πιθανότητα καρκίνου του μαστού.
Με προστατευτική δράση έχει συσχετιστεί και η αυξημένη κατανάλωση φυτικών ινών και λαχανικών.
Το αλκοόλ είναι ένας επιβαρυντικός παράγων, σύμφωνα με μεγάλη επιδημιολογική μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο International Journal of Cancer το 2015).
Οι διεθνείς οδηγίες είναι 2 μερίδες την ημέρα για τις γυναίκες και 3 μερίδες την ημέρα για τους άντρες.
Μία μερίδα είναι ένα ποτήρι κρασί (80 ml) ή ένα ποτήρι μπίρα (250 ml) ή μια μερίδα ουίσκι (25 ml).
Στις γυναίκες που καταναλώνουν πάνω από 3 units την ημέρα σε σχέση με αυτές που κατανάλωναν κάτω από ένα ή ένα, η πιθανότητα νόσησης από καρκίνο του μαστού ήταν αυξημένη κατά 25%.
Επίσης, αμερικάνικη μελέτη έδειξε ότι οι Αμερικανίδες που κατανάλωναν τροφές, οι οποίες είχαν υψηλό θερμιδικό φορτίο -π.χ. κέικ, γλυκά, μπισκότα και άλλα είδη ζαχαροπλαστικής- είχαν περισσότερο από τριπλάσιο κίνδυνο να νοσήσουν από καρκίνο του μαστού σε σχέση με αυτές που δεν κατανάλωναν.
Επίσης ήταν 2,5 φορές αυξημένος ο κίνδυνος και στις γυναίκες που κατανάλωναν fast food.
Οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες του World Cancer Research Fund για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού αλλά και των καρδιοαγγειακών νοσημάτων είναι οι παρακάτω:
Διατήρηση του ιδανικού σωματικού βάρους, αεροβική άσκηση τουλάχιστον τρεις ώρες την εβδομάδα, αποφυγή κατανάλωσης αναψυκτικών που περιέχουν ζάχαρη και τροφών με “συμπυκνωμένες θερμίδες”, μείωση της κατανάλωσης κόκκινου κρέατος σε μία φορά την εβδομάδα και αποφυγή κατανάλωσης επεξεργασμένων κρεάτων, αύξηση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών, αύξηση της κατανάλωσης δημητριακών ολικής άλεσης και οσπρίων, πρόσληψη βιταμινών με φυσικό τρόπο δηλαδή από τα τρόφιμα και όχι από συμπληρώματα διατροφής και τέλος περιορισμός στην κατανάλωση άλατος και αλκοόλ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
{module Υπογραφή ΑΠΕ – ΜΠΕ}