Περισσότερα κοινά χαρακτηριστικά σε βιολογικό επίπεδο φαίνεται να έχουν οι ψυχικές διαταραχές, σύμφωνα με νέα, εκτενή μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature. Τα ευρήματα αμφισβητούν την παραδοσιακή αντίληψη ότι οι περισσότερες ψυχιατρικές παθήσεις αποτελούν εντελώς ξεχωριστές ασθένειες.
Την έρευνα πραγματοποίησαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο στο Μπόλντερ και το Mass General Brigham στις ΗΠΑ, αναλύοντας γενετικά δεδομένα από περισσότερα από έξι εκατομμύρια άτομα, εκ των οποίων πάνω από ένα εκατομμύριο είχαν διαγνωστεί με τουλάχιστον μία ψυχική διαταραχή. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως ζουν με κάποια μορφή ψυχικής διαταραχής.

Οι ερευνητές εξέτασαν συνολικά 14 ψυχιατρικές διαταραχές και διαπίστωσαν ότι οι γενετικές διαφορές μεταξύ ατόμων με και χωρίς αυτές μπορούν σε μεγάλο βαθμό να εξηγηθούν από μόλις πέντε βασικά γενετικά πρότυπα. Τα πρότυπα αυτά συνδέονται με 238 γενετικές παραλλαγές που επηρεάζουν την ανάπτυξη και τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Με βάση αυτά τα κοινά γενετικά χαρακτηριστικά, οι διαταραχές ταξινομήθηκαν σε πέντε ομάδες. Η πρώτη περιλαμβάνει διαταραχές με καταναγκαστικά στοιχεία, όπως η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, η νευρική ανορεξία και το σύνδρομο Tourette. Η δεύτερη αφορά εσωτερικευμένες διαταραχές, όπως η κατάθλιψη, το άγχος και η διαταραχή μετατραυματικού στρες. Η τρίτη ομάδα σχετίζεται με διαταραχές χρήσης ουσιών, ενώ η τέταρτη περιλαμβάνει νευροαναπτυξιακές διαταραχές, όπως ο αυτισμός και η ΔΕΠΥ.
Η πέμπτη ομάδα αφορά τη διπολική διαταραχή και τη σχιζοφρένεια, δύο παθήσεις που παραδοσιακά θεωρούνται αρκετά διαφορετικές. Ωστόσο, η μελέτη έδειξε ότι περίπου το 70% του γενετικού φορτίου που σχετίζεται με τη σχιζοφρένεια συνδέεται και με τη διπολική διαταραχή.
«Γενετικά, αποδεικνύεται ότι αυτές οι διαταραχές μοιάζουν περισσότερο μεταξύ τους απ’ όσο πιστεύαμε μέχρι σήμερα», εξηγεί ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Άντριου Γκρότζινγκερ, επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας και νευροεπιστήμης.
Παρότι οι επιστήμονες τονίζουν ότι είναι νωρίς για άμεσες αλλαγές στον τρόπο διάγνωσης, εκτιμούν ότι τα ευρήματα μπορούν να συμβάλουν σε μελλοντικές αναθεωρήσεις του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου Ψυχικών Διαταραχών (DSM). Ο απώτερος στόχος είναι η ανάπτυξη πιο στοχευμένων και αποτελεσματικών θεραπειών, ειδικά για άτομα με πολλαπλές διαγνώσεις.
Η μελέτη επισημαίνει επίσης συγκεκριμένες βιολογικές οδούς που σχετίζονται με κάθε ομάδα διαταραχών, προσφέροντας νέες ενδείξεις για το πώς και πότε –ακόμη και πριν από τη γέννηση– αρχίζουν να διαμορφώνονται οι ψυχικές νόσοι. Αυτό ενδεχομένως εξηγεί γιατί οι διαταραχές συχνά συνυπάρχουν στο ίδιο άτομο, όπως δείχνουν και προηγούμενες έρευνες.

