Τι έχει αλλάξει σε παγκόσμιο επίπεδο στη βιομηχανία των φαρμάκων και τι αναμένεται να αλλάξει τη νέα δεκαετία;
Σε μερικούς τομείς η πρόοδος ήταν αργή, ενώ σε κάποιους άλλους ήταν πιο γρήγορη.
Ας ξεκινήσουμε με τους τομείς, όπου η πρόοδος είναι αργή.
Όσον αφορά τα συνταγογραφούμενα φάρμακα, χρειάζεται παραπάνω από μία δεκαετία από την παρασκευή της δραστικής ουσίας μέχρι την κυκλοφορία τους στην αγορά.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της εταιρείας IQVIA, ο μέσος χρόνος κατά τον οποίο οι δραστικές ουσίες φτάνουν στην αγορά μετά την παρασκευή τους είναι 13,8 χρόνια.
Στον τομέα αυτό, υπάρχει βελτίωση από τη δεκαετία του ’90 και μετά, ωστόσο, οι ρυθμοί βελτίωσης είναι μάλλον αργοί.
Ως εκ τούτου, οι δραστικές ουσίες που θα κυκλοφορήσουν μέσα στη δεκαετία του 2020, πιθανότατα προέρχονται από έρευνες που πραγματοποιήθηκαν μέσα στην προηγούμενη δεκαετία.
Όσον αφορά, επίσης, συγκεκριμένα θέματα, η φαρμακοβιομηχανία σε παγκόσμια κλίμακα, έχει αλλάξει ελάχιστα την τελευταία δεκαετία.
Το 2010, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής βρίσκονταν στην πρώτη θέση, με το 40% της παγκόσμιας αγοράς φαρμάκων.
Αυτό δεν άλλαξε και οι ΗΠΑ παρέμειναν νούμερο 1 μέχρι και το τέλος της δεκαετίας, κατέχοντας, τελικά, το 46% της παγκόσμιας αγοράς φαρμάκων.
Ακόμη, ο πιο σημαντικός τομέας στην έρευνα ήταν από το 2010 η ογκολογία και η θεραπεία του καρκίνου και μέχρι και το 2019 τα πράγματα παρέμειναν έτσι.
Κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες
Ωστόσο, όσον αφορά άλλους τομείς, η φαρμακευτική βιομηχανία είχε ταχεία πρόοδο την προηγούμενη δεκαετία.
Μέχρι το 2010 το βασικό προϊόν της φαρμακοβιομηχανίας ήταν τα συμβατικά φάρμακα.
Στη συνέχεια, η φαρμακοβιομηχανία χρησιμοποίησε τη βοήθεια της τεχνολογίας, με την πρώτη συνταγογραφούμενη ψηφιακή θεραπευτική αγωγή για τον διαβήτη τύπου 2 να εγκρίνεται από την FDA (Food and Drug Administration – Ομοσπονδιακή υπηρεσία για τα Τρόφιμα και τα Φάρμακα) στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ακολούθησαν, δε, οι εγκριθείσες από την FDA κυτταρικές θεραπείες το 2011, αλλά και οι γονιδιακές θεραπείες έναν χρόνο αργότερα, το 2012, όπως ήταν, για παράδειγμα, η γονιδιακή θεραπεία για την ανεπάρκεια λιποπρωτεϊνικής λιπάσης (LPLD – Lipoprotein Lipase Deficiency).
Ωστόσο, η αναμενόμενη εμπορική επιτυχία δεν ήρθε και η – πρωτοπόρα – γονιδιακή θεραπεία για την ανεπάρκεια λιποπρωτεϊνικής λιπάσης, αποσύρθηκε.
Εντούτοις, το 2019 αποδείχτηκε σημείο αναφοράς για τις μη συμβατικές θεραπείες.
Τέσσερις βασικές κυτταρικές και γονιδιακές θεραπείες έκαναν πωλήσεις ύψους περισσότερων από 2 δισ. δολαρίων συνολικά, μέχρι το τέλος του τρίτου τριμήνου του 2019, στις ΗΠΑ.
Τα γενόσημα φάρμακα
Την προηγούμενη δεκαετία άρχισαν να εδραιώνονται σταδιακά και στις ΗΠΑ, πέρα από την Ευρώπη, τα γενόσημα φάρμακα.
Χαρακτηριστικό είναι πως στις ΗΠΑ, το πρώτο γενόσημο φάρμακο εγκρίθηκε μόλις το 2015.
Ωστόσο σε αυτό τον τομέα είχαμε ανατροπή, όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς γενόσημο φάρμακο που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2019, έκανε μέσα σε έναν χρόνο πωλήσεις που άγγιξαν τα 271 εκατομμύρια δολάρια.
Αναμένεται, δε, τα γενόσημα να «πρωταγωνιστήσουν» και τη νέα δεκαετία.
Άλλωστε, η βιομηχανία γενοσήμων φαρμάκων σημειώνει παγκοσμίως σημαντική πρόοδο και ανάπτυξη κυρίως λόγω της μείωσης των φαρμακευτικών δαπανών.
Η παγκόσμια αγορά γενοσήμων εκτιμήθηκε σε περίπου 216,94 δισ. δολάρια το 2018 και αναμένεται να αυξηθεί σε περίπου 309 δισ. δολάρια το 2022 με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης άνω του 9% .
Όσον αφορά τη χώρα μας, αν και τα γενόσημα φάνηκε να κερδίζουν έδαφος μέσα στο 2019, η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι η χώρα με το χαμηλότερο ποσοστό γενοσήμων στην Ευρώπη.
Το μέγεθος της εγχώριας αγοράς γενόσημων φαρμάκων (σε όγκο) σημείωσε διαχρονική αύξηση τα τελευταία χρόνια (2011 – 2017), ως αποτέλεσμα της εφαρμογής συνταγογράφησης με βάση τη δραστική ουσία.
Αντίθετα, η εν λόγω αγορά σε όρους αξίας ακολουθεί φθίνουσα τάση την ίδια περίοδο, ως αποτέλεσμα των μειώσεων των τιμών.
Παράλληλα, παγκοσμίως, η πίεση για μείωση των τιμών στα γενόσημα φάρμακα, είναι πιθανό να προκαλέσει κρίσεις εφοδιασμού, καθώς οι εταιρείες θεωρούν κάποια τμήματα της αγοράς αντιοικονομικά.
Η θέση της Κίνας
Ανατροπές στην παγκόσμια αγορά φαρμάκων προκαλεί το γεγονός ότι η αγορά της Κίνας παρουσιάζει συνεχή άνοδο.
Το 2010, η Κίνα βρισκόταν στην τρίτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης στο χώρο των φαρμακευτικών προϊόντων, ωστόσο, το τέλος της προηγούμενης δεκαετίας τη βρήκε στη δεύτερη θέση, πίσω μόνο από τη μεγαλύτερη αγορά του πλανήτη στο χώρο των φαρμακευτικών προϊόντων, τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, όσον αφορά την καινοτομία η Κίνα, πριν από μία δεκαετία, βρισκόταν μόλις στην 31η θέση της παγκόσμιας κατάταξης.
Αυτό άλλαξε κατά κύριο λόγο μέσα στο 2019, με την έγκριση διαφόρων καινοτομιών στη χώρα, με πρώτη αυτή μίας θεραπείας για τη νόσο Αλτσχάιμερ, αλλά και μίας θεραπείας για το λέμφωμα.
Οι ψηφιακές τεχνολογίες
Είναι φανερό πως, με τα τωρινά δεδομένα, οι ψηφιακές τεχνολογίες θα μεταμορφώσουν εντελώς την υγειονομική περίθαλψη και τη βιομηχανία φαρμάκων το 2020.
Τα ισχυρά συστήματα υγειονομικής περίθαλψης καθίστανται ψηφιακά κατευθυνόμενα, πράγμα που σημαίνει ότι έχουν εμφανείς στρατηγικές και πολιτικές ψηφιακής υγείας.
Δημιουργούν, δε, την τεχνική υποδομή για την παροχή ψηφιακών στρατηγικών και υπηρεσιών υγείας και χρησιμοποιούν τα δεδομένα που συλλέγει το σύστημα υγείας για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, ώστε να διαμορφώσουν μελλοντικές στρατηγικές.
Τα προηγμένα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης των ΗΠΑ, της Ευρώπης και της Ιαπωνίας διαφέρουν σημαντικά στην πρόοδό τους όσον αφορά την ψηφιακή υποδομή.
Παράλληλα, οι ισχυρότερες οικονομίες δεν είναι κατ’ ανάγκη και οι πλέον προηγμένες στον τομέα της υγείας.
Μία ανάλυση των ψηφιακών συστημάτων υγείας των ευρωπαϊκών χωρών και του Καναδά τοποθετεί την Εσθονία και τον Καναδά στις υψηλότερες θέσεις, με τη Γερμανία να βρίσκεται στις χαμηλότερες θέσεις, με βάση 34 κριτήρια που αφορούσαν την ψηφιοποίηση στην υγεία.
Όσον αφορά, δε, τομείς όπως η υιοθέτηση ψηφιακών υπηρεσιών από τους πολίτες και τους ιδιωτικούς φορείς παροχής υγειονομικής περίθαλψης, οι αναδυόμενες οικονομίες ενδέχεται να ξεπεράσουν τις αναπτυγμένες.
Κατά τη δεκαετία του 2020, τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης των μεγάλων αναδυόμενων οικονομιών θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, ίσως ακόμη και τις ΗΠΑ, λόγω του γεγονότος ότι δεν έχουν «κληρονομήσει» συστήματα του παρελθόντος, τα οποία να παρεμποδίζουν την ανάπτυξη της ψηφιακής υποδομής.
Τέλος, στη διάρκεια της νέας δεκαετίας κρίνεται αναγκαίο να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που σχετίζονται με το φάρμακο, υιοθετώντας καινοτόμες ευκαιρίες ανάπτυξης.