Όπως επισήμανε στην ημερίδα «Clawback και Φαρμακευτική Δαπάνη» ο υπουργός Υγείας, κ. Βασίλης Κικίλιας, οι Έλληνες ασφαλισμένοι έχουν την ανάγκη να δουν μείωση στη συμμετοχή τους στην αγορά των φαρμάκων.
Στην τοποθέτησή του ανέφερε ότι το υπουργείο Υγείας «θα νομοθετήσει στη Βουλή τις μηδενικές αυξήσεις στα φάρμακα για το 2020 και 7% μειώσεις, έναντι 10% αυξήσεις και 10% μειώσεις που κληρονόμησε από τον τελευταίο νόμο».
Σχετικά με το clawback, ο κ. Βασίλης Κικίλιας είπε ότι ως αρχική ιδέα, ενδεχομένως να είχε μία πρακτική εφαρμογή στην καρδιά της κρίσης.
Τόνισε, όμως, πως δεν είναι ένα διαρθρωτικό μέτρο, καθώς δεν μπορεί να προβλέψει και να μαζέψει την κατανάλωση, την ποσότητα και την τιμή των φαρμάκων, να μπορέσει με δείκτες και με τελευταία τεχνολογία και με φίλτρα να αποτυπώσει ποιοι υπερσυνταγογραφούν τι είναι ιατρικό πρωτόκολλο, πώς και αν εφαρμόζεται.
Ο υπουργός Υγείας ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Δώσαμε πρόσημο εμφανώς αναπτυξιακό, σε ό,τι έχει να κάνει με το επενδυτικό clawback. Τα 50 εκατομμύρια ευρώ τα οποία ενέγραψε η κυβέρνηση και θα αποτυπωθούν στους επόμενους μήνες, με αυτά τα οποία θα φέρουν οι εταιρείες σε R&D και σε επενδύσεις, είναι μία πρώτη στροφή.
Αποδεδειγμένα και κοστολογημένα και με έναν διαφανή τρόπο τον οποίο επεξεργαζόμαστε, σε συνεργασία με όλους».
Όσον αφορά την ανεξέλεγκτη συνταγογράφηση, ο υπουργός Υγείας τόνισε πως ο Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) έχει τα στοιχεία ανά ποσότητα και ανά σκεύασμα που χρησιμοποιούνται στη χώρα μας και έτσι μπορεί να εντοπιστεί πού υπάρχει υπερσυνταγογράφηση.
«Αν αυτά δεν είναι αποδεκτά και υπάρχει αμφιβολία, τότε θα είμαι υποχρεωμένος να ζητήσω από τις φαρμακευτικές εταιρείες, επιδημιολογικές μελέτες που να αποδεικνύουν ότι στη χώρα μας υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, θα αποζημιώνεται ο μέσος όρος της χρήσης ποσότητας φαρμάκων στις πέντε μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες, ανά 100.000 κατοίκους», κατέληξε ο κ. Βασίλης Κικίλιας, λέγοντας ότι ο στόχος, μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, είναι η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης μέχρι τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.