Είναι γεγονός, πως περισσότερα από 200 επιστημονικά άρθρα που ασχολούνταν με την Covid-19, έχουν αποσυρθεί από ερευνητές ή εκδότες, από την αρχή της πανδημίας, έναντι των 400 έως 600 που αποσύρονταν ετησίως και αφορούσαν όλες τις παθολογίες.
Το γεγονός αυτό, έχει οδηγήσει στην ενδελεχή αξιολόγηση των άρθρων πλέον, πριν αυτά δημοσιευτούν στην επιστημονική βιβλιογραφία.
Την άνοιξη του 2020, το Ιατρικό Επιστημονικό Περιοδικό The Lancet απέσυρε ένα άρθρο, το οποίο αναφερόταν στην υδροξυχλωροκίνη, η οποία μετά από χορήγηση της σε ασθενείς με Covid-19, σχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο θανάτου.
Στον απόηχο του γεγονότος αυτού, το The New England Journal of Medicine, ανακοίνωσε επίσης την απόσυρση ενός άρθρου από τους ίδιους συγγραφείς, σχετικά με την ευεργετική επίδραση συγκεκριμένων φαρμάκων για καρδιαγγειακές παθολογίες, στους ασθενείς που νοσούν με Covid-19.
Τα φάρμακα αυτά, ήταν τα εξής: αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (AΜΕΑ) καθώς και οι ανταγωνιστές των υποδοχέων αγγειοτενσίνης ΙΙ.
Τροφοδοτούμενη και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η υπόθεση έλαβε μεγάλες διαστάσεις, έχοντας τεράστιες υγειονομικές και πολιτικές συνέπειες.
Εκτός από πιθανή εξαπάτηση από μέρους της Surgisphere – της αμερικανικής εταιρείας που βρίσκεται πίσω από τα δεδομένα των ερευνητών – κατέστη και προφανές πως οι μελέτες αυτές, δεν θα είχαν δημοσιευθεί σε κανονικές εποχές.
Η ανάγκη για άμεση πληροφόρηση, διάθεση της γνώσης και δημοσίευσης των αποτελεσμάτων πολλών μελετών, λόγω της πανδημίας, οδήγησε σε βιαστική υποβολή των άρθρων.
Η αξιολόγηση των άρθρων λοιπόν, πριν τη δημοσίευση και ο ρόλος των εκδοτών στη διάδοση ποιοτικών και αντικειμενικών πληροφοριών, ήρθαν σε δεύτερη μοίρα, λόγω του επείγοντος που επέβαλε η κατάσταση αυτή.
Κακές πρακτικές
Ερευνητές και συντάκτες όπως το Διεθνές Περιοδικό Αντιμικροβιακών Παραγόντων, τοποθετήθηκαν επί του θέματος, λέγοντας: «Δημοσιεύθηκε τόσο ένα αμφιλεγόμενο δοκίμιο από την ομάδα του Didier Raoult για την υδροξυχλωροκίνη, όσο και μια κριτική ανασκόπηση του άρθρου αυτού, που καταδεικνύει κραυγαλέα μεθοδολογικά προβλήματα και ακατάλληλα συμπεράσματα. Δεδομένου ότι το άρθρο σχετικά με τη δοκιμή δεν έχει αποσυρθεί, εξακολουθεί να θεωρείται επιστημονικά έγκυρο και μπορεί ακόμη να αναφερθεί από άλλους συγγραφείς».
Είναι γεγονός πως οι διαδικασίες αξιολόγησης των άρθρων που δημοσιεύουν επιστημονικά περιοδικά, δεν είναι αλάθητες.
Η βιασύνη ωστόσο ή η παράλειψη τους, αυξάνουν τον κίνδυνο διάδοσης αμφιλεγόμενων ή μη έγκυρων αποτελεσμάτων.
Ο αριθμός των προσχεδίων, τα οποία κατατέθηκαν προς δημοσίευση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αποδεικνύουν επίσης την ανάγκη για γρήγορη διάδοση, μέσω της δημοσίευσης των πληροφοριών.
Η έννοια της δημοσίευσης μίας μελέτης, ξεκίνησε αρχές της δεκαετίας του 1990, με την πλατφόρμα του ArRXiv και τα πρώτα άρθρα να αφορούν έρευνες πάνω στα μαθηματικά, τη φυσική και την αστροφυσική.
Η ιδέα βασίστηκε στην ευρεία γνωστοποίηση αποτελεσμάτων μελετών, μέσω της δημοσίευσης, σε όλη την επιστημονική κοινότητα.
Στις βιοεπιστήμες, αντίστοιχες πλατφόρμες, δημιουργήθηκαν πολύ αργότερα: το BioRXiv κυκλοφόρησε το 2013 και το MedRXiv, το πιο γνωστό και εμβληματικό στην ιατρική, το 2019.
Ως απόρροια της εξέλιξης αυτής, προέκυψαν δύο ερωτήματα: Πώς μπορεί να ενταχθεί μία δημοσίευση βάσει του περιεχομένου της στη βιβλιογραφία;
Πώς μπορεί να περιοριστεί η διάδοση άρθρων που βασίζονται σε κακές πρακτικές και οδηγούν σε αμφίβολα συμπεράσματα;
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι πλατφόρμες κατάθεσης των άρθρων, κατέστησαν δυνατή τη μείωση των χρόνων μεταξύ υποβολής και δημοσίευσης, γεγονός που δεν συνέβαινε στα παραδοσιακά περιοδικά, τα οποία απαιτούσαν αρκετούς μήνες.
Ωστόσο τα αποτελέσματα της βιασύνης αυτής, έγιναν εμφανή. Μήνες μετά την υποβολή τους στο MedRXiv, μόνο μια μειοψηφία άρθρων που αφορούσαν την Covid-19, έχουν καταφέρει να δημοσιευτούν σε περιοδικό, μετά από αξιολόγηση επιτροπής.
Ορισμένοι συγγραφείς επίσης, έχουν επιλέξει να μην προχωρήσουν σε δημοσίευση, δεδομένου ότι τα άρθρα στις πλατφόρμες αυτές, έχουν αριθμό αναγνώρισης και έναν μόνιμο σύνδεσμο, καθιστώντας τη δημοσίευση προσβάσιμη και άμεση για αναφορά από άλλους συγγραφείς.
Παρατηρείται επίσης, πως η εικόνα της πλατφόρμας ασκεί επίδραση στην προώθηση της δημοσίευσης, έχοντας τη δυνατότητα να αναδείξει το περιεχόμενο της, χωρίς όμως να ληφθεί υπ’ όψη η ικανότητα κρίσης του αναγνώστη.
Επίσης, παρατηρείτο και ο δισταγμός πολλών, να καταθέσουν ένα προσχέδιο άρθρου, ύστερα από μία πρώτη άρνηση των εκδοτών.
Ο αριθμός των άρθρων που υποβάλλονται πλέον είναι τέτοιος, ώστε καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολο για μία μελέτη να δημοσιευθεί.
Ωστόσο, λόγω αυτού, οι μελέτες πριν υποβληθούν για δημοσίευση, αξιολογούνται καλύτερα από τους ερευνητές και τα ιδρύματα τους.
Ποια είναι τα στοιχεία που «μαρτυρούν» την εγκυρότητα ενός άρθρου;
Η διασφάλιση της ποιότητας ενός άρθρου με τεκμηριωμένα συμπεράσματα, εξαρτάται από δύο προϋποθέσεις: Το πρώτο είναι η βαθιά γνώση επί του θέματος που εξετάζεται.
Το σύνολο των προϋποθέσεων για τη διασφάλιση ενός αντικειμενικού, άρτιου και με επιστημονική βαρύτητα άρθρου, ονομάζεται επιστημονική ακεραιότητα, μία έννοια που εισήχθη πριν από 20 χρόνια περίπου, σε διεθνές επίπεδο.
Σε περίπτωση παράβασης των προϋποθέσεων αυτών, οι οποίες, όσον αφορά την επιστημονική βιβλιογραφία, μπορούν να σχετίζονται με συμφέροντα, λογοκλοπή, αυτο-λογοκλοπή, παραποίηση δεδομένων, μεθόδους υπογραφής μιας δημοσίευσης κλπ… πραγματοποιούνται δράσεις ενημέρωσης, ευαισθητοποίησης και προβληματισμού για τη βελτίωση της κουλτούρας στην επιστημονική κοινότητα, στοχεύοντας κυρίως στους μελλοντικούς ερευνητές.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η αναγνώριση της ποιότητας και εγκυρότητας μίας δημοσίευσης.
Αυτό καθίσταται δυνατό, με την αξιολόγηση του επιπέδου των αποδεικτικών στοιχείων της διεξαγόμενης μετα-ανάλυσης (συλλογή δεδομένων από διάφορες κλινικές δοκιμές), το οποίο είναι υψηλότερο από αυτό μιας τυχαιοποιημένης μελέτης και ακόμη περισσότερο από αυτό μιας μελέτης παρατήρησης ή μιας γνώμης εμπειρογνωμόνων.
Ένας ακόμη δείκτης αξιοπιστίας, είναι και το ότι ο ασθενής δεν πρέπει να γνωρίζει τη φύση της θεραπείας που έλαβε, προσφέροντας καλύτερη αντικειμενικότητα των αποτελεσμάτων.
Τέλος, η κατανόηση των βασικών στατιστικών αρχών, βοηθά στο να κρίνουμε την εγκυρότητα του περιεχομένου, καθώς η παρατήρηση μιας απλής συσχέτισης μεταξύ δύο αποτελεσμάτων, δεν σημαίνει απαραίτητα και πως αυτά είναι έγκυρα.
Η διαφορά των στατιστικών αποτελεσμάτων δύο θεραπειών, δεν έχει πάντα κλινική σημασία για τον ασθενή, όπως και μια ευρεία διασπορά των αποτελεσμάτων γύρω από μια μέση τιμή, δεν δυσφημεί απαραιτήτως το τελικό αποτέλεσμα …
Η ορθή κρίση σε ό,τι αφορά την ανάγνωση, αποτελεί μέρος της αρχικής κατάρτισης γιατρών και επιστημόνων. Η εκπαίδευση πάνω στην ορθή κρίση υπάρχει.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως στους ταραγμένους καιρούς αυτούς που ζούμε σήμερα, η ορθή κρίση πάνω στην ανάγνωση μελετών, θα μπορούσε να οδηγήσει σε λιγότερο ταραχώδεις συζητήσεις μεταξύ των επιστημόνων και όχι μόνο..
{module title=”Adsence article”}
Πώς μπορούμε να αναγνωρίσουμε ένα έγκυρο άρθρο;
– Σέβεται το άρθρο τη δομή imrad; (αναφορά των ενοτήτων «εισαγωγή, μέθοδοι, αποτελέσματα, θέματα προς συζήτηση»)
– Σε ό,τι αφορά τα ιατρικά επιστημονικά άρθρα, τα βασικά ερωτήματα είναι τα εξής: Είναι το δείγμα του πληθυσμού που εξετάζεται ικανό σε αριθμό; αντιπροσωπευτικό των ασθενών στο σύνολό τους; (έγκυρα κριτήρια ένταξης και αποκλεισμού). Υπήρξαν ασθενείς που εξετάστηκαν πριν ή κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής της μελέτης; Και γιατί;
– Μεθοδολογία: είναι αντιπροσωπευτική η φύση και η δοσολογία της θεραπείας που χορηγείται κατά τη μελέτη, συγκριτικά με τα πρότυπα θεραπειών;
Είναι τα τελικά αποτελέσματα συναφή με την κλινική εικόνα των ασθενών; Λαμβάνεται υπ’ όψη η χρονική διάρκεια της μελέτης στην κλινική κατάσταση των ασθενών;
– Μέθοδος στατιστικής ανάλυσης: είναι το αποτέλεσμα στατιστικά σημαντικό; Είναι κλινικά σημαντική η διαφορά μεταξύ πειραματικής και συγκριτικής θεραπείας;
Υπάρχουν άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τη σχέση μεταξύ θεραπείας και κλινικών αποτελεσμάτων;