Η παραλλαγή Delta, φαίνεται να είναι μέχρι στιγμής, 60% πιο μεταδοτική σε σχέση με την Alpha. Ως αποτέλεσμα, επιτάχυνε την πορεία της πανδημίας με την ικανότητά της να εξαπλώνεται με μεγαλύτερη ταχύτητα.
Ποιος ήταν όμως ο αντίκτυπός της στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων όσον αφορά τη μετάδοση του ιού, τις σοβαρές μορφές ή τον θάνατο; Οι ειδικοί κάνουν τον απολογισμό.Η παραλλαγή Delta εμφανίστηκε στις αρχές του καλοκαιριού’21 και μέσα σε λίγες εβδομάδες, υπερίσχυσε έναντι της Alpha, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσει.
Αυτή τη στιγμή, αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 95% των μολύνσεων που εντοπίζονται από Covid-19.
Είναι 60% πιο μεταδοτική, αλλάζοντας τα δεδομένα, όσον αφορά τη μετάδοση του ιού ακόμη και σε εμβολιασμένα άτομα.
Με την Alpha ή το αρχικό στέλεχος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο εμβολιασμός προστατεύει από τη μετάδοση. Πλέον, αυτό δεν ισχύει καθώς τα ισραηλινά, αμερικανικά και βρετανικά δεδομένα, έδειξαν μείωση μικρότερη από 50% στη μετάδοση ασυμπτωματικών μορφών σε εμβολιασμένα άτομα, υπογραμμίζουν οι ειδικοί. Το ζήτημα της ποσότητας του ιικού φορτίου δεν έχει διευθετηθεί ακόμη.
Μελέτες έχουν δείξει ότι ήταν ισοδύναμο στους μη εμβολιασμένους και εμβολιασμένους, ωστόσο η διάρκεια της απέκκρισης ήταν μικρότερη στους τελευταίους. Άλλες μελέτες, δείχνουν πιθανότατα χαμηλότερο ιικό φορτίο.
Περιορισμένη μεταδοτικότητα
Ωστόσο όλοι οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το εμβόλιο διατηρεί δύο κυρίαρχα πλεονεκτήματα σε σχέση με αυτήν την παραλλαγή. Παρατηρείται αρχικά ότι, σε εμβολιασμένα άτομα, η ικανότητα μετάδοσης δεν υπερβαίνει τις δύο ή τρεις ημέρες, ενώ, στους μη εμβολιασμένους, μπορεί να φτάσει έως και δώδεκα ημέρες.
Το άλλο όφελος είναι ότι τα άτομα που εμβολιάζονται παράγουν αντισώματα στους βλεννογόνους των ανώτερων αεραγωγών.
Όταν μολυνθούν λοιπόν, ο ιός που μεταδίδεται είναι ήδη καλυμμένος με αντισώματα και συνεπώς παρουσιάζει πολύ μικρότερο κίνδυνο να είναι μολυσματικός.
Όσον αφορά τον κίνδυνο νοσηλείας και σοβαρών μορφών, όλα τα δεδομένα επιβεβαιώνουν ότι τα εμβόλια συνεχίζουν να κάνουν καλά τη δουλειά τους. Ενώ η παραλλαγή Delta φαίνεται να σχετίζεται, σύμφωνα με σκωτσέζικες και καναδικές μελέτες, με αύξηση περίπου 10 έως 15% στις νοσηλείες και σοβαρές μορφές σε μη εμβολιασμένα άτομα, τα εμβόλια εξακολουθούν να παρέχουν εξαιρετική προστασία.
Ακόμα κι αν έχει μειωθεί λίγο, παραμένει πάνω από 90% σε ασθενείς που έχουν λάβει δύο δόσεις του εμβολίου. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, το επίπεδο των αντισωμάτων μειώνεται και οι άνθρωποι είναι λιγότερο προστατευμένοι.
Ως εκ τούτου, συστήνεται μια αναμνηστική δόση σε άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο και έχουν εμβολιαστεί εδώ και έξι μήνες ή περισσότερους.
Η αποτελεσματικότητα των τριών εμβολίων, Pfizer / BioNTech, Moderna και AstraZeneca, φαίνεται επίσης στα δεδομένα νοσηλείας. Οι μη εμβολιασμένοι άνθρωποι έχουν οκτώ έως δέκα φορές περισσότερες πιθανότητες να νοσηλευτούν σε σχέση με τους εμβολιασμένους.
Όταν εμβολιάζεσαι, απαλλάσσεσαι από τον ιό πολύ πιο γρήγορα. Αυτό καθιστά λιγότερο πιθανό να πολλαπλασιαστεί και να εισχωρήσει βαθιά στους πνεύμονες.
Ωστόσο, όταν ο ιός εισέρχεται στους βρόγχους, μπορεί να εκδηλωθούν πιο σοβαρές μορφές.
Η παραλλαγή Delta δεν φαίνεται να είχε αντίκτυπο στη θνητότητα των εμβολιασμένων. Ακόμη και αν τα εμβόλια δεν προσφέρουν 100% προστασία, δεδομένου ότι υπήρξαν λίγοι θάνατοι δεόντως εμβολιασμένων ασθενών, αν συγκρίνουμε με τους μη εμβολιασμένους, αυτό δεν ξεπερνά το 5% της διαφοράς.
Όμως, η κατάσταση θα μπορούσε να αλλάξει τις επόμενες εβδομάδες. Τα πιο ευάλωτα άτομα που εμβολιάστηκαν τον Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο’21 είδαν τα επίπεδα των αντισωμάτων στο αίμα να μειώνονται με την πάροδο των μηνών.
Μπορούμε επομένως να φοβόμαστε ένα νέο κύμα νοσηλείας και θανάτων, εφόσον αυτός ο πληθυσμός δεν έχει πρόσβαση στην αναμνηστική δόση. Τα καλά νέα είναι ότι μετά από επτά ημέρες μετά την τρίτη ένεση, το επίπεδο των αντισωμάτων στο αίμα δεκαπλασιάζεται.
Η τρίτη δόση επομένως, είναι πολύ αποτελεσματική, συνηγορούν οι ειδικοί.
Όσον αφορά τον αντίκτυπο της παραλλαγής Delta στην «μακρά Covid», η εμφάνιση αυτού του στελέχους είναι ακόμα πολύ πρόσφατη για να σχολιασθεί.
Ωστόσο, δεν έχει παρατηρηθεί κάποια ένδειξη που να δείχνει πως αυτή η παραλλαγή θα προκαλούσε αναλογικά περισσότερα δυσάρεστα αποτελέσματα από τα προηγούμενα.
Τα πρώτα δεδομένα δείχνουν ότι ο εμβολιασμός μπορεί να τα μειώσει σημαντικά, τόσο σε ασθενείς που βρίσκονται στη φάση «μακράς Covid» όσο και σε αυτούς που βλέπουν την κλινική τους κατάσταση να βελτιώνεται γρήγορα μετά τη λήψη μιας δόσης εμβολίου. Αλλά και σε εμβολιασμένα άτομα που εξακολουθούν να προσβάλλονται από τον ιό, δεν παρατηρούνται σοβαρές μορφές ή «μακρά Covid».
Φυσική ανοσία και εμβόλια
Όσον αφορά την ποιότητα της ανοσίας, η επιστημονική κοινότητα φαίνεται να συμφωνεί σε ένα σημείο: όπως και σε πολλές λοιμώδεις ασθένειες, η φυσική ανοσία μετά την Covid-19 είναι καλύτερη από την ανοσία εμβολίου.
Τα άτομα που έχουν μολυνθεί από τον ιό αναπτύσσουν ανοσία η οποία αφήνει ίχνη τόσο σε χυμικό επίπεδο, με την παραγωγή αντισωμάτων, όσο και κυτταρική μνήμη.
Δεδομένου ότι αυτή η ανοσία στρέφεται εναντίον όλων των πρωτεϊνών του ιού, της πρωτεΐνης S, των νουκλεοπρωτεϊνών ή της πρωτεΐνης μήτρας (του περιβλήματος του ιού), η ομάδα αντιγόνων, είναι επίσης πολύ μεγαλύτερη από ό,τι σε απλώς εμβολιασμένους ασθενείς που αναπτύσσουν κατευθυνόμενη ανοσία.
Κυρίως κατά της πρωτεΐνης Spike. Έτσι, η φυσική ανοσία φαίνεται επίσης να προσφέρει μεγαλύτερη ανοσία σε περίπτωση εμφάνισης νέων παραλλαγών.
Το πρόβλημα είναι ότι η προστασία που παρέχει η φυσική ανοσία, ποικίλλει σημαντικά από το ένα άτομο στο άλλο. Ακόμα κι αν έχετε έναν πολύ μεγάλο αριθμό αντισωμάτων, ο συνολικός όγκος μπορεί να είναι καλός, μέτριος ή ακόμη και ανεπαρκής σε ηλικιωμένους ή ανοσοκατεσταλμένους.
{module title=”Adsence article”}
Με τον εμβολιασμό όμως, καταφέρνουμε να διεγείρουμε το μέγιστο των δυνατοτήτων που μπορεί να έχει κάποιος.
Τελικά, το καλύτερο σχήμα προστασίας είναι αυτό που συνδυάζει την φυσική ανοσία αλλά και αυτή μετά τον εμβολιασμό. Οι ερευνητές έχουν συλλέξει πλάσμα από ομάδες εμβολιασμένων ατόμων, φυσικά μολυσμένων ή φυσικά μολυσμένων και εμβολιασμένων.
Στην τελευταία περίπτωση επιτυγχάνεται το καλύτερο ποσοστό και ο μεγαλύτερος αριθμός αντισωμάτων.
Κατά συνέπεια, το μήνυμα που πρέπει να μεταφερθεί από τους επαγγελματίες υγείας, στους ασθενείς που έχουν ήδη προσβληθεί από την Covid-19 και δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν, είναι απλό: Πρέπει να τους εξηγήσουμε πως με μία μόνο δόση εμβολίου, θα έχουν πολύ καλύτερη προστασία στο μέλλον από όλες τις παραλλαγές.
{module title=”Υπογραφή”}