Το Τμήμα Νοσηλευτικής του ΕΚΠΑ, πραγματοποίησε μια μελέτη για την εκτίμηση της πρόθεσης εμβολιασμού του γενικού πληθυσμού κατά της COVID-19, με δεύτερη αναμνηστική δόση ή με νέο εμβόλιο και τη διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν την απόφαση των ατόμων να εμβολιαστούν.
Η μελέτη αυτή, είναι η πρώτη που πραγματοποιείται διεθνώς για να διερευνήσει το συγκεκριμένο ερευνητικό ερώτημα και δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό “Vaccines” με το πλήρες κείμενο να είναι ελεύθερα προσβάσιμο στον εξής σύνδεσμο: https://www.mdpi.com/2076-393X/10/7/1061/htm.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από τον Επίκουρο Καθηγητή Πέτρο Γαλάνη, την Καθηγήτρια Δάφνη Καϊτελίδου, τους Αναπληρωτές Καθηγητές Θεόδωρο Κατσούλα και Θεόδωρο Μαριόλη-Σαψάκο, την Επίκουρη Καθηγήτρια Όλγα Σίσκου, τις Διδάκτορες Ολυμπία Κωνσταντακοπούλου και Ειρήνη Βράκα και την Αγλαΐα Κατσιρούμπα (νοσηλεύτρια ΠΕ, MSc).
Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2022 και το μελετώμενο δείγμα αποτελούνταν από 815 άτομα του γενικού πληθυσμού τα οποία ήταν ήδη πλήρως εμβολιασμένα και υποψήφια για μια δεύτερη αναμνηστική δόση.
Το 62% των συμμετεχόντων δήλωσαν πρόθυμοι να εμβολιαστούν με μια δεύτερη αναμνηστική δόση ή με ένα νέο εμβόλιο κατά της COVID-19, ενώ το 25,7% δήλωσαν αβέβαιοι και το 12,3% δήλωσαν απρόθυμοι.
Οι σημαντικότερες αιτίες άρνησης του εμβολιασμού ήταν ο φόβος των συμμετεχόντων για τις μακροχρόνιες παρενέργειες των εμβολίων κατά της COVID-19 (46,8%), το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες δεν είχαν πειστεί ότι μια επιπλέον δόση είναι αναγκαία (40,3%), οι αμφιβολίες των συμμετεχόντων για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της COVID-19 (30,7%), ο φόβος των συμμετεχόντων για τις βραχυπρόθεσμες παρενέργειες των εμβολίων κατά της COVID-19 (29%) και η κόπωση που έχει προκληθεί από τη διαδικασία των πολλαπλών εμβολιασμών (27,4%).
Οι συμμετέχοντες που φοβόντουσαν περισσότερο την COVID-19, αυτοί που φοβόντουσαν λιγότερο μια δεύτερη αναμνηστική δόση ή με ένα νέο εμβόλιο κατά της COVID-19 και αυτοί που εμπιστεύονταν περισσότερο τα εμβόλια κατά της COVID-19 ήταν και περισσότερο πρόθυμοι να εμβολιαστούν με μια δεύτερη αναμνηστική δόση ή με ένα νέο εμβόλιο κατά της COVID-19.
Επιπλέον, οι συμμετέχοντες που δεν είχαν διαγνωστεί με COVID-19 και αυτοί που θεωρούσαν ότι η σωματική τους υγεία είναι καλή ή πολύ καλή ήταν και περισσότερο πρόθυμοι να εμβολιαστούν με μια δεύτερη αναμνηστική δόση ή με ένα νέο εμβόλιο κατά της COVID-19. Τέλος, οι άνδρες και τα άτομα μικρότερης ηλικίας ήταν περισσότερο πρόθυμοι να εμβολιαστούν.
Επιπλέον, βρήκαμε ότι περίπου οι μισοί συμμετέχοντες (50,9%) είχαν διαγνωστεί με COVID-19 και το 3,6% είχαν νοσηλευτεί κιόλας. Ο φόβος των συμμετεχόντων να εμβολιαστούν με μια δεύτερη αναμνηστική δόση ή με ένα νέο εμβόλιο κατά της COVID-19 ήταν σε μέτρια επίπεδα, όπως επίσης και ο φόβος τους για τις μακροχρόνιες παρενέργειες των εμβολίων κατά της COVID-19.
Ενθαρρυντικό ήταν το εύρημα ότι η εμπιστοσύνη των συμμετεχόντων στα εμβόλια κατά της COVID-19 ήταν σε μέτρια προς υψηλά επίπεδα, ενώ η συμμόρφωσή τους με τα μέτρα ατομικής προστασίας (πλύσιμο χεριών, χρήση μάσκας κ.ά.) ήταν σε υψηλά επίπεδα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, ένα σημαντικό ποσοστό του γενικού πληθυσμού είναι αβέβαιο ή ακόμη και απρόθυμο να εμβολιαστεί με μια δεύτερη αναμνηστική δόση ή με ένα νέο εμβόλιο κατά της COVID-19.
Το εύρημα αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό αν αναλογιστούμε το γεγονός ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός νέου κύματος και μάλιστα εν μέσω καλοκαιριού. Η κατάσταση ενδεχομένως να χειροτερέψει τον ερχόμενο χειμώνα εάν δεν υπάρξει εμβολιαστική κάλυψη σε μεγάλο ποσοστό και ιδιαίτερα των ευπαθών ομάδων.
Μια ακόμη αναμνηστική δόση φαντάζει απαραίτητη στην προσπάθεια για την καλύτερη δυνατή διαχείριση της πανδημίας και πρέπει να γίνουν στοχευμένες προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή προτού ένα νέο κύμα της πανδημίας γίνει μη αναστρέψιμο.
Το χρονικό διάστημα πριν από τον χειμώνα είναι καθοριστικό για να αυξηθεί η εμπιστοσύνη του πληθυσμού σε μια ακόμη αναμνηστική δόση και να αυξηθεί έτσι το ποσοστό των πλήρως εμβολιασμένων.
Η κοινωνική κόπωση τόσο από την πανδημία όσο και από τους διαδοχικούς εμβολιασμούς είναι σαφής και αναπόφευκτη και για τον λόγο αυτόν απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στην προσέγγιση του κοινού για την αποδοχή ενός ακόμη εμβολιασμού.