Πολλοί γιατροί παραπονιούνται ότι οι ασθενείς τους δεν ακολουθούν τις συμβουλές τους και δεν κάνουν αυτό που τους προτείνουν, παρόλο που είναι προς όφελος της υγείας τους. Το γεγονός αυτό, δεν περιορίζεται μόνο στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, και συναντάται σε όλες τις ειδικότητες.
Το γεγονός αυτό οδηγεί τους γιατρούς πολλές φορές να είναι ενοχλημένοι ή και απογοητευμένοι με τους ασθενείς τους, και τους δημιουργεί το αίσθημα ότι έχουν αποτύχει στην αποστολή τους να βοηθήσουν και να κάνουν ό,τι είναι καλύτερο για την υγεία των ασθενών τους.
Για ποιους λόγους συμβαίνει αυτό;
Οι λόγοι για τους οποίους οι ασθενείς δεν κάνουν αυτό που τους συμβουλεύει ο γιατρός τους είναι σίγουρα πολλαπλοί, σύνθετοι και αλληλένδετοι.
Για παράδειγμα, πολλοί ασθενείς κατανοούν πλήρως τα ιατρικά ζητήματα και τις συστάσεις του γιατρού τους, αλλά επιλέγουν να αγνοήσουν τις συμβουλές του, γιατί διαλέγουν τη δική τους ερμηνεία στηριζόμενοι σε ότι είδαν στην τηλεόραση ή στο διαδίκτυο ή άκουσαν από φίλους τους.
Ωστόσο, υπάρχει μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων που φαινομενικά είναι πρόθυμοι να ακολουθήσουν τις συστάσεις αλλά δεν το κάνουν και οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό δεν είναι απολύτως σαφείς.
Η Εθνική Ιατρική Ακαδημία της ΗΠΑ το ορίζει αυτό ως «τη μη ικανότητα να αποκτήσουν, να επεξεργαστούν και να κατανοήσουν τις βασικές πληροφορίες και υπηρεσίες υγείας που απαιτούνται για να λάβουν τις κατάλληλες αποφάσεις για την υγεία τους και να ακολουθήσουν οδηγίες για θεραπεία».
Γνωρίζουμε ότι η υγειονομική παιδεία είναι ένα σημαντικό ζήτημα που επηρεάζει τη φροντίδα των ασθενών μας.
Εκτιμάται ότι έως και οι μισοί ενήλικες δυσκολεύονται να καταλάβουν τι τους λέει ο γιατρός τους σχετικά με τον λόγο για τον οποίο νοσήσανε και πως να λαμβάνουν τα φάρμακα που τους χορηγούνται.
Αυτό οδηγεί στο γεγονός ότι το 20% έως 30% των συνταγών για χρόνιες παθήσεις δεν ακολουθείται και τουλάχιστον τα μισά από αυτά τα φάρμακα δεν λαμβάνονται σύμφωνα με τις οδηγίες.
Επίσης εκτιμάται ότι η μη συμμόρφωση στη θεραπεία καταλήγει για το 10% των ασθενών σε εισαγωγή στο νοσοκομείο με δυσάρεστη κατάληξη τις περισσότερες φορές.
Επακόλουθο, το αυξημένο οικονομικό κόστος στη δαπάνη υγείας!
Αλλά τι ρόλο έχουν οι γιατροί στην υγειονομική παιδεία; Σαφώς πολύ σημαντικό!
Έχει αποδειχθεί ότι συχνά οι γιατροί υπερεκτιμούν το τι μπορούν πραγματικά να κατανοήσουν οι ασθενείς από τις οδηγίες τους, συμπεριλαμβανομένων πολλών κοινών όρων που χρησιμοποιούνται για την περιγραφή ιατρικών παθήσεων, εξετάσεων ή διαδικασιών, καθώς νομίζουν ότι είναι απλές και προφανείς.
Μια άλλη πτυχή του προβλήματος είναι ότι ένας γιατρός είναι δύσκολο να γνωρίζει πραγματικά τι κατανοούν οι ασθενείς του.
Υπάρχουν ασθενείς με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, περιορισμένες γλωσσικές δεξιότητες ή πολιτισμικές διαφορές που δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις ιατρικές έννοιες.
Ωστόσο, μελέτες δείχνουν ότι ακόμη και οι ασθενείς με υψηλό μορφωτικό επίπεδο μπορεί να έχουν δυσκολία στην κατανόηση κοινών ιατρικών όρων, εννοιών και οδηγιών.
Και είναι γνωστό ότι ακόμη και αν τους ρωτήσουμε αν κατάλαβαν καλά όλα όσα τους είπαμε, οι περισσότεροι από ντροπή θα απαντήσουν καταφατικά.
Πώς αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα;
Οι γιατροί συχνά επικεντρώνονται τόσο πολύ στον τομέα ειδίκευσής τους και στη διαδικασία αντιμετώπισης κάθε ιατρικού προβλήματος που έχει ένας ασθενής και συχνά ξεχνάνε πόσο δύσκολο είναι να είναι κάποιος ασθενής!
Ένας άνθρωπος που μαθαίνει ότι έχει μια ασθένεια, όπου δεν καταλαβαίνει πλήρως για το τι πρόκειται, και πληροφορείται ότι πρέπει να αλλάξει, μερικές φορές και δραστικά, τον τρόπο που ζει, μπορεί να είναι τρομακτικό γι ‘αυτόν ακόμα και για ένα μορφωμένο άτομο, με γνώσεις.
Να μην αναφέρουμε φυσικά κάποιον με περιορισμένο μόρφωση για τον οποίο αυτό μπορεί να είναι συντριπτικό.
Τι μπορεί να κάνει ο γιατρός;
Ίσως, η νοοτροπία των γιατρών να λένε στους ασθενείς τι πρέπει να κάνουν είναι ένα μέρος του προβλήματος.
Η λύση είναι να απομακρυνθούμε από την προσέγγιση ως εμπειρογνώμονες που δίνουν οδηγίες στους ασθενείς για το τι πρέπει να κάνουν και να αρχίσουμε να ενεργούμε περισσότερο ως συνεργάτες που τους υποστηρίζουν στην υγειονομική τους περίθαλψη.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προσπαθούμε να κατανοήσουμε τις δυσκολίες που τους επιβάλλουν οι ασθένειες και οι συνθήκες, και να τους βοηθήσουμε να κατανοήσουν και να υιοθετήσουν τι είναι πραγματικά σημαντικό για την υγεία τους.
Απαιτείται λοιπόν επανεξέταση του τρόπου επικοινωνίας με τους ασθενείς και αναζήτηση νέων τρόπων ώστε να κινητοποιηθούν, να παρακινηθούν και τέλος να εμπιστευθούν τους γιατρούς τους.
Είναι απαραίτητη η συνεργασία με τους ασθενείς για την καθιέρωση εύλογων και πρακτικών στόχων, οι οποίοι θα είναι ρεαλιστικοί και θα προσαρμόζονται στη ζωή τους.
Αυτό δεν είναι εύκολο για πολλούς γιατρούς καθώς χρειάζεται χρόνο για να εξασκηθούν σε νέους τρόπους επικοινωνίας.
{module title=”Adsence article”}
Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι η αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ γιατρού και ασθενούς αυξάνει τα ποσοστά συμμόρφωσης και έχει τεκμηριωμένα οφέλη στα θεραπευτικά αποτελέσματα.
Αντί λοιπόν οι γιατροί να λένε στους ασθενείς τους τι πρέπει να κάνουν, μπορούν να προσπαθήσουν να μάθουν τι θέλουν και τι μπορούν να κάνουν οι ασθενείς τους για την κατάστασή της υγείας τους, και ίσως αυτό να είναι το καλύτερο που μπορούν να κάνουν γι’ αυτούς.