Η έντονη αναζήτηση μιας θεραπευτικής λύσης κατά του SARS-CoV-2 οδήγησε στον έλεγχο ορισμένων παλαιών δραστικών συστατικών, όπως την κολχικίνη, τα άλατα ψευδαργύρου, την αζυθρομυκίνη και την υδροξυχλωροκίνη.
Η επιδημία COVID-19 προκάλεσε μια άνοδο της δραστηριότητας σε όλα τα ερευνητικά εργαστήρια, σε όλο τον κόσμο.
Όμως, στον επείγοντα χαρακτήρα της κρίσης, αντί για μια καινούργια σύνθεση, οι ερευνητές ήθελαν πρώτα να δοκιμάσουν ορισμένα υπάρχοντα μόρια, με βάση τα φαρμακολογικά προφίλ τους.
Ο καθηγητής Jacques Buxeraud (ομότιμος καθηγητής πανεπιστημίου στη Σχολή Φαρμακευτικής της Λιμόζ) έκανε μια επισκόπηση 6 φαρμακευτικών μορίων που έχουν δοκιμαστεί για την αντιμετώπιση της COVID-19 και την παρουσίασε στο «Spot Congress Pharma» τον Σεπτ’20.
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D συνδέεται με τη θνησιμότητα
Περιέργως, δεν είναι η παρουσία της βιταμίνης D, αλλά η ανεπάρκεια της στο αίμα, που απασχόλησε τους ερευνητές.
Σύμφωνα με το έργο μιας ομάδας από το Πανεπιστήμιο Northwesten (Σικάγο – ΗΠΑ), οι ασθενείς με ανεπάρκεια βιταμίνης D θα είχαν διπλάσιο κίνδυνο θανάτου από την COVID-19 σε σχέση με άλλους ασθενείς.
Επομένως, η βιταμίνη D θα είχε ρυθμιστικό ρόλο στην καταιγίδα κυτταροκινών, που σχετίζεται με μόλυνση από τον ιό SARS-CoV-2.
Ωστόσο, ο καθηγητής Buxeraud, υπενθυμίζει πως η Ακαδημία Ιατρικής τονίζει ότι η βιταμίνη D δεν μπορεί να χορηγηθεί ως προληπτική ή θεραπευτική αντιμετώπιση της λοίμωξης λόγω του SARS-CoV-2.
Η επιστροφή της κολχικίνης;
Οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν ήδη την κολχικίνη για την ουρική αρθρίτιδα.
Έτσι, προκύπτει το ερώτημα εάν θα βοηθούσε τώρα στη θεραπεία των επιπλοκών της COVID-19.
Παρόλο που η ιδέα δεν είναι κακή, αυτό που ουσιαστικά οδήγησε τους επιστήμονες να στραφούν προς αυτήν την κατεύθυνση, είναι οι καρδιοπροστατευτικές ιδιότητες του αλκαλοειδούς που εξάγεται από το Colchicum automnale.
Το όφελος μιας χαμηλής ημερήσιας δόσης κολχικίνης, ως προς τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επεισοδίων σε ασθενείς με χρόνια στεφανιαία νόσο είναι γνωστό.
Αυτή η μείωση της φλεγμονής έδωσε την ιδέα μιας δοκιμής σε θετικούς ασθενείς με COVID-19 (μελέτη Colcorona σε εξέλιξη στο Κεμπέκ), με στόχο τη μελέτη της επίδρασης της κολχικίνης στη θνησιμότητα και στον αριθμό των πνευμονικών επιπλοκών.
Ο καθηγητής Buxeraud δηλώνει πως εν αναμονή των αποτελεσμάτων και λαμβάνοντας υπόψη την κακή πεπτική ανοχή της κολχικίνης, καμία χώρα δεν έχει ακόμη συμπεριλάβει το μόριο αυτό στους οδηγούς θεραπείας της COVID-19.
Αποτελεσματική η αζιθρομυκίνη… in vitro!
Πολλά έχουν ακουστεί για την αζιθρομυκίνη αυτό το διάστημα.
Μάλιστα, υπήρξε μια απότομη αύξηση των συνταγών αζιθρομυκίνης από την έναρξη της επιδημίας.
Ωστόσο, αν και το μακρολίδιο αναστέλλει επιτυχώς τη σύνθεση βακτηριακών πρωτεϊνών, δεσμεύοντας το τμήμα 50S του ριβοσώματος και αποτρέποντας τη μετατόπιση των πεπτιδίων, υπάρχει υποψία μόνο για ανοσορρυθμιστικές και αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις.
Ο καθηγητής Buxeraud επισημαίνει πως όσον αφορά τις αντιιικές ιδιότητές της, έχουν αποδειχθεί μόνο in vitro.
Όσο για την αντιμετώπιση της Covid-19, δεν έχει παρατηρηθεί διαφορά στη θνησιμότητα μέχρι σήμερα, είτε χορηγείται ως μονοθεραπεία ή σε συγχορήγηση με υδροξυχλωροκίνη.
Ψευδάργυρος, γιατί όχι;
Ο ψευδάργυρος που δρα στο φλεγμονώδες συστατικό της ακμής (Rubozinc, Zn gluconate), είναι προικισμένος με αντιική δράση (θειικός ψευδάργυρος) κατά του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού… και κατά του ιού SARS-CoV-2.
Έτσι, θα μπορούσε να είναι χρήσιμος στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού.
Συμμετέχοντας στη λειτουργία περισσότερων από 200 μεταλλοενζύμων, καθώς και σε πολλούς ορμονικούς και ανοσολογικούς μεταβολισμούς, το ιχνοστοιχείο αυτό θα μπορούσε να είναι χρήσιμο…
Αναστολείς ACE
Γιατί οι αναστολείς ACE επανήλθαν στο προσκήνιο;
Επειδή ο ιός SARS-CoV-2 εισέρχεται στα κύτταρα χάρη στον υποδοχέα ACE2.
Επιπλέον, η ανισορροπία του αγγειοτενσινογόνου (αγγειοσυστολή / αγγειοδιαστολή), το οποίο ανήκει στο σύμπλεγμα του συστήματος ρενίνης – αγγειοτενσίνης, οδηγεί σε διάφορες κλινικές συνέπειες που παρατηρήθηκαν κατά τη μόλυνση με SARS-CoV-2.
Επομένως, σε περίπτωση υπέρτασης, οι ευρωπαϊκές συστάσεις τάσσονται υπέρ της διατήρησης των θεραπειών από το ACEI ή από σαρτάνες.
Υδροξυχλωροκίνη
Γιατί η υδροξυχλωροκίνη (HCQ) έλαβε τέτοια απήχηση;
Επειδή η ανασταλτική της δράση στην αντιγραφή του SARS-CoV-2, in vitro, είναι πραγματική.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον καθηγητή Buxeraud, οι δραστικές συγκεντρώσεις είναι δύσκολο να επιτευχθούν στο ανθρώπινο πλάσμα και τα κλινικά αποτελέσματα δεν είναι πολύ πειστικά.
Εκτός από τη γνωστή καρδιακή τοξικότητα (παράταση του διαστήματος QT) και τον μεγάλο χρόνο ημιζωής (πιθανή τοξικότητα αρκετές εβδομάδες μετά τη διακοπή της θεραπείας), υπάρχουν πολλά στοιχεία που επιβεβαιώνουν την αναποτελεσματικότητά της.
Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση από μια ομάδα ερευνητών (INSERM France – Πανεπιστήμια της Λωζάνης και Neuchâtel) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η λήψη μόνο της HCQ δεν έχει σημαντική επίδραση στο θνησιμότητα των ασθενών: σίγουρα δεν την αυξάνει, αλλά ούτε και τη μειώνει.