Στις 8 Δεκεμβρίου ξεκίνησε η εμβολιαστική εκστρατεία κατά της Covid-19 στη Βρετανία σηματοδοτώντας την έναρξη μιας παγκόσμιας εκστρατείας ιστορικών διαστάσεων, μια πραγματική κούρσα ενάντια στον χρόνο απέναντι σε μια φονική πανδημία.
Ένα χρόνο αργότερα περισσότερος από τον μισό πληθυσμό του κόσμου έχει λάβει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου κατά της Covid-19.
Όμως την ώρα που οι πλούσιες χώρες έχουν αρχίσει να χορηγούν αναμνηστικές δόσεις, οι φτωχές έχουν μείνει πολύ πίσω.
Οι κατάφωρες ανισότητες απέναντι στην Covid-19 είναι ένα από τα βασικά μαύρα σημεία της εκστρατείας ανοσοποίησης.
Ένας άνθρωπος στους δύο
Οι Βρετανοί ήταν οι πρώτοι που ξεκίνησαν τη μαζική εκστρατεία ανοσοποίησης του πληθυσμού της χώρας κατά της Covid-19, αν και η Ρωσία και η Κίνα είχαν ήδη αρχίσει να εμβολιάζουν κάποιες ομάδες ανθρώπων.
Αρχικά η Βρετανία χρησιμοποιούσε κυρίως το εμβόλιο της AstraZeneca και της Οξφόρδης.
Στη συνέχεια πολλές πλούσιες χώρες άρχισαν επίσης να εμβολιάζουν τους πολίτες τους ήδη από τον Δεκέμβριο του 2020:
ΗΠΑ, Καναδάς και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στις 14 Δεκεμβρίου, Σαουδική Αραβία στις 17, Ισραήλ στις 19, οι χώρες της ΕΕ στις 27 Δεκεμβρίου.
Το εμβόλιο που χρησιμοποιούνταν κυρίως ήταν αυτό με αγγελιαφόρο RNA, το γερμανοαμερικανικό Pfizer/BioNtech.
Ένα χρόνο αργότερα περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους του πλανήτη (55%), δηλαδή περισσότεροι από 4,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι, έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου κατά της Covid-19.
Και τουλάχιστον το 44% είναι πλήρως ανοσοποιημένο (3,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι), σύμφωνα με τον απολογισμό που έχει καταρτίσει το AFP βάσει των επίσημων στοιχείων που δίνουν οι χώρες.
Συνολικά έχουν χορηγηθεί παγκοσμίως 8,1 δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων.
Τα περίπου 20 εμβόλια που κυκλοφορούν κατά της Covid-19 αναπτύχθηκαν σε χρόνο ρεκόρ, μετά τον εντοπισμό του πρώτου κρούσματος στην Κίνα στα τέλη του 2019.
Εκτός από αυτά της AstraZeneca Pfizer τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται περισσότερο είναι αυτά που αναπτύχθηκαν στις ΗΠΑ: το Johnson&Johnson και το Moderna, τα κινεζικά Sinopharm και Sinovac, όπως και το ρωσικό Sputnik V.
Οι φτωχές χώρες ουραγοί
Αν και ήδη από τον Ιούνιο του 2021 σχεδόν όλες οι χώρες έχουν λάβει εμβόλια κατά της Covid-19, οι εκστρατείες ανοσοποίησης είναι πιο αργές στις φτωχές χώρες, όταν δεν διακόπτονται λόγω έλλειψης δόσεων.
Ο μηχανισμός COVAX, ο οποίος έχει στόχο να διασφαλίσει την ίση πρόσβαση στα εμβόλια κατά της Covid-19, έκανε τις πρώτες του παραδόσεις στα τέλη Φεβρουαρίου στη Γκάνα.
Όμως καθώς για τις προμήθειες εμβολίων είναι αναγκασμένος να ανταγωνίζεται με τις χώρες που είναι έτοιμες να πληρώσουν μεγάλο τίμημα για να αγοράσουν εμβόλια, ο COVAX έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να παραδώσει περίπου 600 εκατομμύρια δόσεις σε 144 χώρες ή περιοχές, πολύ μακριά από τον αρχικό στόχο των 2 δισεκατομμυρίων που είχε θέσει για το 2021.
Μέχρι στιγμής στις χώρες με χαμηλό εισόδημα έχουν χορηγηθεί 9 δόσεις εμβολίων ανά 100 κατοίκους, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Συγκριτικά, ο παγκόσμιος μέσος όρος ανέρχεται σε 104 δόσεις ανά 200 ανθρώπους, ενώ το ποσοστό στις πλούσιες χώρες φτάνει τις 149 δόσεις.
Η Αφρική είναι η ήπειρος όπου έχουν χορηγηθεί τα λιγότερα εμβόλια, με 18 δόσεις ανά 100 κατοίκους.
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μια πρωτιά
Μεταξύ των 50 χωρών που έχουν ανοσοποιήσει το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού τους οι 39 είναι χώρες με υψηλό εισόδημα, με πρώτα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όπου εννέα στους δέκα κατοίκους έχει ανοσοποιηθεί πλήρως.
Ακολουθεί η Πορτογαλία (87%), η Σιγκαπούρη (86%), το Κατάρ (85%), η Χιλή και η Μάλτα (84%), η Κούβα (81%), η Νότια Κορέα και η Καμπότζη (80%).
Αν και ξεκίνησαν πρώτες την εκστρατεία ανοσοποίησης, η Βρετανία, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ έχουν αυτή τη στιγμή χαμηλότερο επίπεδο εμβολιαστικής κάλυψης, 68%, 67% και 60% αντίστοιχα.
Το Μπουρούντι και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι οι χώρες με το χαμηλότερο ποσοστό εμβολιασμού, λιγότερο από 0,1%. Η Ερυθραία και η Βόρεια Κορέα είναι οι μοναδικές χώρες που δεν έχουν εμβολιάσει καθόλου τους πολίτες τους.
Αναμνηστικές δόσεις και παιδιά
Οι χώρες με υψηλό εισόδημα είναι, όπως αναμενόταν, μεταξύ των περίπου 80 χωρών όπου έχει αρχίσει να χορηγείται αναμνηστική δόση. Ανάμεσά τους χώρες της ΕΕ, της Βόρειας Αμερικής και του Κόλπου.
Εξάλλου οι περισσότερες εμβολιάζουν και τους εφήβους ηλικίας 12 με 17 ετών.
{module title=”Adsence article”}
Κάποιες, όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, το Ισραήλ, η Χιλή, τα Εμιράτα, η Κούβα, η Καμπότζη και η Βενεζουέλα εμβολιάζουν και τα παιδιά κάτω των 12 ετών.
Στην ΕΕ η Αυστρία ενέκρινε στα μέσα Νοεμβρίου το εμβόλιο της Pfizer για τα παιδιά άνω των 5 ετών, με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) να προχωρά στην έγκρισή του λίγες ημέρες αργότερα.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ