Η ακρόαση βρίσκεται στο επίκεντρο της κλινικής πράξης, ακόμη και σε μια εποχή όπου όλοι μιλούν για την παραπληροφόρηση στην υγεία, τη τεχνητή νοημοσύνη, τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα και τα νέα ψηφιακά εργαλεία.
Με όλες τις καινοτομίες και τις αναδυόμενες προκλήσεις, είναι η κατάλληλη στιγμή να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να εξετάσουμε τον θεμελιώδη ρόλο της επικοινωνίας, της ακρόασης και της σχέσης γιατρού-ασθενούς.

Ο μέσος γιατρός πρωτοβάθμιας φροντίδας θα πραγματοποιήσει περίπου 100.000 ιατρικές συνεντεύξεις κατά τη διάρκεια της καριέρας του, γεγονός που την καθιστά με διαφορά την πιο κοινή ιατρική διαδικασία.
Σχεδόν κάθε φοιτητής ιατρικής γνωρίζει δύο βασικά δεδομένα: ότι οι γιατροί διακόπτουν τους ασθενείς μέσα σε περίπου 15 δευτερόλεπτα αφότου αρχίσουν να μιλούν, και το γνωστό απόφθεγμα του του William Osler, «Ακούστε τον ασθενή, σας λέει τη διάγνωση».
Ωστόσο, λίγη έμφαση δίνεται στην επικοινωνία – κι όταν δίνεται, η εκπαίδευση των γιατρών στρέφεται ως επί το πλείστον σε «όσα πρέπει να πουν», όχι στο «πώς πρέπει να ακούν».
Το σχήμα επικοινωνίας ασθενούς-γιατρού και οι τρεις μορφές ακρόασης
Ο ασθενής προσέρχεται στην επίσκεψή του με ένα σύνολο κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων που επηρεάζουν την κλινική συνάντηση. Την ίδια στιγμή ο γιατρός, από την πλευρά του, διαθέτει επίσης χαρακτηριστικά καθοριστικά για την ποιότητα της επικοινωνίας, όπως η ικανότητα για ενεργητική ακρόαση και η διάθεση διερεύνησης. Παράλληλα, η αποτελεσματικότητα της κλινικής συνάντησης εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων, όπως ο βαθμός εμπιστοσύνης και η συνεχιζόμενη φροντίδα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές επικοινωνίας Mary Catherine Beach και Ronald Epstein, υπάρχουν τρεις τύποι ακρόασης: Η ακρόαση με εστίαση στο έργο (task-focused listening), η συμφραζόμενη ακρόαση (contextual listening) και η σχεσιακή ακρόαση (relational listening).
Η ακρόαση με «διαγνωστικό αυτί» αποτελεί μορφή ακρόασης με εστίαση στο έργο και απαιτεί αναγνώριση προτύπων, κρίση, κατηγοριοποίηση, αντιμετώπιση της προκατάληψης επιβεβαίωσης και διευκόλυνση της κλινικής συλλογιστικής.
Αντίθετα, η συμφραζόμενη ακρόαση υιοθετεί μια ευρύτερη θεώρηση της ζωής του ασθενούς, αναγνωρίζοντας ότι η ανταπόκριση στις ασθένειες επηρεάζεται μεταξύ άλλων από την οικογένεια, την κοινωνική υποστήριξη, τα οικονομικά, την εκπαίδευση, τον εγγραμματισμό, τους διαθέσιμους πόρους.
Τέλος η σχεσιακή ακρόαση περιλαμβάνει την προσοχή, τη διευκρίνιση και την αναγνώριση των ανησυχιών, αξιών, πεποιθήσεων και συναισθημάτων των ασθενών, καθώς και την επιβεβαίωση της αμοιβαίας κατανόησης.
Με την ολοκληρωμένη εφαρμογή και σύνδεση των τριών αυτών μορφών ακρόασης, η κλινική πρακτική ευθυγραμμίζεται με όσα έχουν πραγματική σημασία για τους ασθενείς. Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η ακριβής κατανόηση της εμπειρίας και των αναγκών των ασθενών, ενώ ενισχύεται η ετοιμότητα για την αντιμετώπιση της εκάστοτε νόσου και η προσήλωσή τους στη θεραπευτική αγωγή.
Οι 5 πρακτικές της καλής επικοινωνίας
Επιστημονική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA, ανέδειξε πέντε τεκμηριωμένες πρακτικές, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν από τους γιατρούς για να μετατοπίσουν το επίκεντρο της κλινικής συνάντησης από την τυπική διαδικαστική προσέγγιση προς την ουσιαστική ανθρώπινη αλληλεπίδραση:
- Προετοιμαστείτε συνειδητά: Εξοικειωθείτε με τον ασθενή που πρόκειται να συναντήσετε.
- Ακούστε προσεκτικά: Η ενεργητική ακρόαση συνδέεται με βελτιωμένη σχέση ασθενούς-γιατρού και καλύτερη κατανόηση της διάγνωσης και του θεραπευτικού πλάνου.
- Συμφωνήστε με τον ασθενή σας για όσα έχουν μεγαλύτερη σημασία: Η συνεργατική διαμόρφωση του πλάνου δράσης σχετίζεται με υψηλότερες αξιολογήσεις από τους ασθενείς και μείωση του πόνου αλλά και του άγχους.
- Ακούστε την ιστορία του ασθενούς: Η διάθεση διερεύνησης των εμπειριών των ασθενών συνδέεται με μειωμένες προκαταλήψεις και με σημαντικές βελτιώσεις στα κλινικά αποτελέσματα.
- Διερευνήστε τα συναισθηματικά μηνύματα: Η διερεύνηση των συναισθηματικών ενδείξεων συνδέεται με βελτιωμένη ικανότητα των ασθενών να αφομοιώσουν νέες πληροφορίες, υψηλότερη προσήλωση σε ραντεβού και συμμόρφωση στη θεραπεία, αλλά και βελτιωμένα κλινικά αποτελέσματα.

