Μια δεύτερη ιατρική γνώμη μπορεί να είναι ένα ισχυρό εργαλείο.
Μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης ιατρικού σφάλματος ή εσφαλμένης διάγνωσης, να επιτρέψει την εξερεύνηση όλων των θεραπευτικών επιλογών, τα οφέλη και τους κινδύνους τους και να καθησυχάσει τον ασθενή όταν το σχέδιο διάγνωσης και θεραπείας είναι κατάλληλο.
Μία έρευνα από την κλινική Mayo υπογραμμίζει την αξία των δεύτερων ιατρικών απόψεων.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι περίπου το 88% των ανθρώπων που ζήτησαν μια δεύτερη γνώμη για μια περίπλοκη ιατρική κατάσταση στην κλινική Mayo, έλαβαν μια νέα ή πιο εξειδικευμένη διάγνωση που άλλαξε το θεραπευτικό τους πλάνο.
Σε αυτή την ομάδα ασθενών, το 21% των διαγνώσεων ήταν τελείως διαφορετικό από τη δεύτερη γνώμη.
Αντίθετα, μόνο το 12% των ασθενών που συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη έλαβε επιβεβαίωση ότι η αρχική διάγνωσή τους ήταν σωστή και πλήρης.
Παρά τη δυνητική αξία που μπορεί να αποφέρει μια δεύτερη ιατρική γνώμη, πολλοί άνθρωποι δεν σκέφτονται καν να αναζητήσουν.
Μερικοί ανησυχούν για την καθυστέρηση της θεραπείας, ειδικά όταν έχουν διαγνωστεί με πάθηση όπως ο καρκίνος.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, ωστόσο, η θεραπεία δεν χρειάζεται να ξεκινήσει αμέσως μετά τη διάγνωση.
Άλλοι ανησυχούν ότι η αναζήτηση μιας δεύτερης γνώμης θα προσβάλει τον ιατρό τους.
Αλλά οι γιατροί, ως πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης, θα πρέπει υποστηρίζουν τη λήψη μιας δεύτερης γνώμης.
Πότε πρέπει να προτείνετε στον ασθενή να ζητήσει μια δεύτερη γνώμη
1. Δεν μπορείτε να του παράσχετε μια οριστική διάγνωση.
Πολλές ασθένειες και καταστάσεις έχουν παρόμοια συμπτώματα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να σας δυσκολέψει να διαγνώσετε με βεβαιότητα την κατάσταση του ασθενούς σας.
Η παρότρυνση του ασθενούς να αναζητήσει μια δεύτερη γνώμη μπορεί να σας βοηθήσει να αξιοποιήσετε την εμπειρία άλλων ειδικών που μπορεί να προτείνουν πρόσθετες εξετάσεις, προκειμένου να περιορίσετε τις πιθανές διαγνώσεις.
2. Ο ασθενής έχει διαγνωσθεί με περίπλοκο ή σπάνιο πρόβλημα υγείας.
Οι σπάνιες ασθένειες επηρεάζουν λίγα άτομα, πράγμα που σημαίνει ότι πολύ λίγοι γιατροί, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών, γνωρίζουν τα συμπτώματα.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην εσφαλμένη διάγνωση της κατάστασης του ασθενούς σας ή ακόμα και στην αδυναμία διάγνωσης.
Τα σύνθετα προβλήματα υγείας, όπως ο προχωρημένος καρκίνος ή η ανάγκη για μεταμόσχευση οργάνων, μπορεί επίσης να μην είναι κάτι εύκολο να τα διαχειριστείτε μόνοι σας ως γιατροί.
Αυτές οι καταστάσεις απαιτούν γιατρούς που έχουν εκτενή εμπειρία στη θεραπεία της πάθησης, καθώς και μια συντονισμένη ομαδική προσέγγιση στη φροντίδα, καθώς η ομάδα θεραπείας μπορεί να χρειαστεί να περιλαμβάνει ειδικούς από διάφορους κλάδους.
3. Όταν συνιστάτε χειρουργική επέμβαση.
Όταν κάνετε μια σύσταση στον ασθενή για χειρουργική επέμβαση, είναι συνετό να του προτείνετε να ζητήσει και μια δεύτερη γνώμη.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η χειρουργική επέμβαση δεν πρέπει να είναι η πρώτη θεραπεία που θα προτείνετε.
Η αναζήτηση μιας δεύτερης γνωμοδότησης μπορεί να προσφέρει άλλες επιλογές θεραπείας στον ασθενή που πρέπει να λάβει υπόψη, όπως φυσικοθεραπεία, αλλαγές στον τρόπο ζωής, συμπεριλαμβανομένης της απώλειας βάρους ή αλλαγών στη διατροφή ή στη φαρμακευτική του θεραπεία.
4. Όταν υπάρχει διάγνωση καρκίνου.
Μια δεύτερη γνώμη για άτομα που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο μπορεί να περιλαμβάνει μια ανασκόπηση της παθολογίας, η οποία αποτελεί μέρος του προσδιορισμού του σταδίου του καρκίνου και μπορεί να επηρεάσει τις θεραπευτικές συστάσεις.
Η επανεξέταση από έναν άλλο ογκολόγο μπορεί να οδηγήσει σε άλλες επιλογές θεραπείας ή πρόσβαση σε κλινικές δοκιμές.
Επιπλέον, εάν εργάζεστε ως γιατρός σε δημόσια δομή Υγείας, μια δεύτερη γνώμη από ειδικό σε Πανεπιτημιακό ιατρικό κέντρο μπορεί να παρέχει πρόσβαση σε γιατρούς που έχουν περισσότερη εμπειρία στη θεραπεία της κατάστασης του ασθενούς σας, καθώς και πρόσβαση σε προηγμένες θεραπείες και τεχνολογίες.
Ως γιατρός, μπορεί να είστε τεχνικά έμπειρος και εξειδικευμένος, αλλά εάν δεν μπορείτε να επικοινωνήσετε καλά με τον ασθενή ή εάν δεν λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις συστάσεις σας, είναι καλό να του προτείνετε να ζητήσει μια δεύτερη γνώμη.
Η ειλικρινής, ανοιχτή επικοινωνία είναι ουσιαστικό μέρος της σχέσης σας με τον ασθενή σας, οπότε εάν υπάρχει πρόβλημα σε αυτή την επικοινωνία, θα πρέπει να τον παραπέμψετε σε κάποιον συνάδελφο που θα ταιριάζει καλύτερα με την ιδιοσυγκρασία του.