Η ενημέρωση σχετικά με τις κύριες μακροπρόθεσμες επιπλοκές του κορωνοϊού είναι σημαντική, καθώς ορισμένοι ασθενείς που διαγνώσθηκαν με COVID-19 την άνοιξη δεν έχουν ακόμη αναρρώσει πλήρως.
Έτσι, επιστήμονες έκαναν μια ανασκόπηση σχετική με τον κορωνοϊό και συνέταξαν μια λίστα με τις κύριες συνέπειες και τις επίμονες κλινικές εκδηλώσεις που παρατηρήθηκαν μετά από μόλυνση από Sars-CoV-2.
Καρδιακές παθήσεις
Οι καρδιακές επιπλοκές αναφέρθηκαν στους πρώτους μήνες της επιδημίας στην Κίνα.
Επηρεάζοντας το 7 έως 22% των ασθενών με σοβαρή μορφή, εκδηλώνονται από οξεία ισχαιμική βλάβη του μυοκαρδίου, οξεία μυοκαρδίτιδα, αρρυθμία λόγω κολπικής μαρμαρυγής, διαταραχών της αγωγής ή ταχυαρρυθμίας.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η COVID-19 μπορεί να επιδεινώσει την καρδιακή ανεπάρκεια με διάφορους μηχανισμούς: ισχαιμία ή έμφραγμα, αυξημένες απαιτήσεις οξυγόνου, πνευμονική εμβολή, μαζική απελευθέρωση προφλεγμονωδών κυτταροκινών…
Οι ειδικοί εκμεταλλεύονται αυτήν την ευκαιρία για να υπενθυμίσουν ότι οι ασθενείς με χρόνια καρδιακή νόσο δεν πρέπει καθόλου να διακόψουν τη συνήθη θεραπεία τους, ιδίως με αναστολείς ΜΕΑ.
Ενώ είναι ακόμη πολύ νωρίς για να έχουμε μια ακριβή ιδέα για τη σημασία και τον επιπολασμό των καρδιακών επιπλοκών μετά την COVID-19, οι γιατροί συνιστούν να γίνεται έλεγχος με 24ωρο ηλεκτροκαρδιογράφημα, καρδιακό υπερηχογράφημα, καθώς και με πραγματοποίηση καρδιοπνευμονικής εξέτασης και / ή καρδιακής μαγνητικής τομογραφίας σε όλους τους μολυσμένους ασθενείς με καρδιακές εκδηλώσεις, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα της νόσου.
Ένα πρόγραμμα καρδιακής αποκατάστασης θα εξεταστεί το συντομότερο δυνατό σε ασθενείς που είχαν οξεία στεφανιαία νόσο, επαναγγείωση ή καρδιακή ανεπάρκεια.
Σε αναπνευστικό επίπεδο
Οι πνεύμονες είναι το πιο συχνά προσβεβλημένο όργανο στην οξεία φάση της COVID-19 και η ασθένεια μπορεί να αφήσει πνευμονικές ανωμαλίες αρκετούς μήνες μετά τη μόλυνση, με σημαντικές επιπτώσεις στη λειτουργική κατάσταση και την ποιότητα ζωής.
Η συνολική πνευμονική ικανότητα συχνά μειώνεται κατά την έξοδο από το νοσοκομείο, ενώ οι τυπικές βλάβες της πνευμονικής ίνωσης μπορεί να παραμείνουν για αρκετές εβδομάδες.
Ωστόσο, μια αυστριακή μελέτη, που παρουσιάστηκε στο ψηφιακό συνέδριο της Ευρωπαϊκής Αναπνευστικής Εταιρείας στις αρχές Σεπτεμβρίου, επισημαίνει ότι αυτές οι ανωμαλίες τείνουν να υποχωρούν με το χρόνο.
Η αναπνευστική λειτουργία βελτιώνεται 12 εβδομάδες μετά την έξοδο από το νοσοκομείο.
Όπως και με την καρδιακή λειτουργία, συνιστάται η καθιέρωση προγράμματος πρόωρης αναπνευστικής αποκατάστασης.
Μια γαλλική μελέτη έδειξε ότι η βελτίωση του περπατήματος, της αναπνοής και της μυϊκής δύναμης ήταν ταχύτερη και πιο αποτελεσματική, σε περιπτώσεις που η αποκατάσταση ξεκίνησε αμέσως μετά την εντατική θεραπεία και διήρκεσε περισσότερο.
Νευρικό σύστημα
Ένας αυξανόμενος αριθμός περιπτώσεων αναφέρουν νευρολογικές επιπλοκές που επηρεάζουν το κεντρικό και το περιφερικό νευρικό σύστημα.
Εκτός από την ανοσμία και την απώλεια της γεύσης, που είναι συχνές κατά τη διάρκεια της λοίμωξης και μπορεί να είναι το μόνο σύμπτωμα, έχουν αναφερθεί εγκεφαλοπάθεια, εγκεφαλίτιδα ή σύνδρομο Guillain-Barré, όπως επίσης και ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια που συμβαίνουν σε ένα πλαίσιο προ-φλεγμονώδους υπερπηκτικότητας ή ενδοεγκεφαλικών αιμορραγιών.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το ποσοστό των νευρολογικών εκδηλώσεων είναι χαμηλό σε σύγκριση με τις αναπνευστικές εκδηλώσεις.
Ωστόσο, η συνέχιση της πανδημίας και η έλλειψη διασταυρούμενης ανοσίας, υποδηλώνουν ότι ο συνολικός αριθμός ασθενών με νευρολογική βλάβη θα μπορούσε να γίνει σημαντικός.
Οι νευρο-ψυχολογικές εκδηλώσεις είναι επίσης πολύ συχνές: άγχος, κατάθλιψη, σύνδρομο μετατραυματικού στρες, κόπωση, αϋπνία, διαταραχές της διάθεσης, διαταραχές πανικού, ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές…
Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως οι ασθενείς που εισάγονται στην εντατική σε βαθιά καταστολή χρίζουν ψυχολογικής υποστήριξης, προκειμένου να επιστρέψουν στην εργασία τους και να έχουν μια φυσιολογική κοινωνική ζωή.
Ωστόσο, επισημαίνουν πως ακόμα και άτομα που έχουν αναρρώσει φυσικά μπορεί να χρειάζονται ψυχολογική υποστήριξη για να επιστρέψουν σε μια κανονικότητα.
Ανοσολογικές διαταραχές
Η επίδραση του νέου κορωνοϊού στην εμφάνιση ανοσολογικών διαταραχών δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί.
Το σύνδρομο αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων, η αυτοάνοση κυτταροπενία και το σύνδρομο Kawasaki έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια ή μετά τη μόλυνση.
Επιπλέον, έχουν αναφερθεί 125 περιπτώσεις σοβαρής ανοσολογικής διαταραχής, κυρίως σε παιδιά, που ονομάζεται «σύνδρομο πολυσυστηματικής φλεγμονής» και ως αποτέλεσμα μπορεί να έχει από πυρετό μέχρι και καρδιακή εμπλοκή τύπου μυοκαρδίτιδας.
Σε γενικές γραμμές, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι τα διαθέσιμα δεδομένα δεν επιτρέπουν, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, να διαπιστωθεί συσχέτιση μεταξύ των επιπλοκών που περιγράφονται και της αρχικής σοβαρότητας της νόσου.
Συνεπώς, οι μελέτες πρέπει να συνεχιστούν έτσι ώστε να μπορέσουν να αποφασίσουν σχετικά με την διαχείριση των επιπλοκών από την COVID-19.