Η παρατεταμένη -εδώ και χρόνια- αδυναμία της πολιτείας να καλύψει οικονομικά τη φαρμακευτική δαπάνη των ασφαλισμένων αυτής της χώρας, αλλά και οι ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις από την πλευρά της φαρμακοβιομηχανίας να σταματήσουν οι επιχειρήσεις να υφίστανται τα άδικα μέτρα των επιστροφών και εκπτώσεων (clawback-rebate), έχουν προκαλέσει μια εκρηκτική κατάσταση στον χώρο της υγείας, με πρώτο εξιλαστήριο θύμα, όπως όλα δείχνουν, τον ίδιο τον ‘Ελληνα ασθενή.
Στις πρόσφατα εξαγγελίες του Υπουργείου Υγείας για αλλαγές στον τρόπο τιμολόγησης των νέων θεραπειών, αλλά και τον τρόπο υπολογισμού των εκπτώσεων και επιστροφών (rebate-clawback), οι εκπρόσωποι της φαρμακοβιομηχανίας απάντησαν με επιχειρήματα, αποδεικνύοντας τις χρόνιες στρεβλώσεις που επικρατούν στη φαρμακευτική πολιτική, αλλά και το αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται από μόνη της η κυβέρνηση με την επιμονή της στην αδιέξοδη πολιτική της οριζόντιας μείωσης τιμών.
Το θέμα έφερε πρόσφατα με σχετική ερώτηση του στη Βουλή και ο ανεξάρτητος βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος.
Ο βουλευτής υπογράμμισε ότι η φαρμακοβιομηχανία απάντησε με “ομοβροντία κατά της κυβερνητικής πολιτικής στο φάρμακο, η οποία διατηρεί όλο τον αντιαναπτυξιακό μνημονιακό πυρήνα των προηγούμενων ετών παρά τη λήξη του προγράμματος” και κάλεσε τον Υπουργό Υγείας να απαντήσει στις δραματικές προειδοποιήσεις του κλάδου για τη μη βιωσιμότητά του.
Όπως κατήγγειλε ο βουλευτής στο Κοινοβούλιο, η υπερβολική χρέωση των φαρμακοβιομηχανιών θα πλήξει πρωτίστως τις ελληνικές επιχειρήσεις, τις οποίες θα οδηγήσει σε λουκέτο: “Σύσσωμη η ελληνική βιομηχανία φαρμάκου χτυπά, όχι καμπανάκι, αλλά συναγερμό για επερχόμενη ολοκληρωτική καταστροφή του κλάδου”, υποστηρίξε ο κ. Ν. Νικολόπουλος στην ερώτησή του.
Η καθήλωση της φαρμακευτικής δαπάνης θα πλήξει τους χρονίως νοσούντες
Θα γίνει επιτέλους αναπροσαρμογή του προϋπολογισμού της φαρμακευτικής δαπάνης σε ρεαλιστικά επίπεδα;
Είναι το πιεστικό πλέον προς την κυβέρνηση ερώτημα, καθώς, το ξέρουν κι οι πέτρες πλέον, η καθηλωμένη τα τελευταία τρία χρόνια εξωνοσοκομειακή δαπάνη του ΕΟΠΥΥ στο 1,945 δισεκ. ευρώ και στα 530 εκατομμύρια η νοσοκομειακή δεν επαρκεί, ενώ αποτελεί την χαμηλότερη ανάμεσα σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης.
Την ίδια στιγμή, που οι δείκτες νοσηρότητας στη χώρα μας -και συνεπώς και η ανάγκη για φαρμακευτική κάλυψη- έχουν αυξανόμενη ανοδική πορεία, είναι προφανές ότι αυτή δεν μπορεί να παραμένει κλειστή και καθηλωμένη.
Στο τέλος, όμως, ποιος θα πληρώσει;
Φυσικά, για μια ακόμη φορά οι ασθενείς και κυρίως οι χρονίως πάσχοντες, οι οποίοι από μήνα σε μήνα καλούνται να καταβάλλουν ολοένα και μεγαλύτερα ποσά από την τσέπη τους για να καλύπτουν τη μηνιαία φαρμακευτική τους δαπάνη.
Σύμφωνα, μάλιστα, με πρόσφατη έρευνα που διενήργησε ο ΙΣΑ, ο 1 στους 2 πολίτες δυσκολεύεται να καλύψει τις δαπάνες υγείας (κυρίως ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών) και οι 4 τους 10 ασθενείς τη δαπάνη τους για φάρμακα.
Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι χαρακτηριστικά της κρίσιμης καμπής στην οποία έχει οδηγηθεί η δημόσια υγεία, από τις ασκούμενες πολιτικές των τελευταίων χρόνων.
Η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί, καθώς όπως όλα δείχνουν στο άμεσο μέλλον οι ‘Ελληνες ασθενείς αναμένεται να στερηθούν νέες ελπιδοφόρες καινοτόμες θεραπείες, καθώς οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εισαγωγή τους στην Ελληνική αγορά.
Κάτι τέτοιο φαντάζει μάλλον λογικό, παρά τις προσπάθειες του Υπουργείου Υγείας να μετακυλίσει την ευθύνη γι’αυτό στις “κακές φαρμακευτικές εταιρείες”.
Η ξένη φαρμακοβιομηχανία, ωστόσο, δηλώνει ότι δεν είναι διατεθειμένη να υφίσταται παραπάνω ζημία επιστρέφοντας στο δημόσιο 1,2 δισεκ. ευρώ τον χρόνο (ποσοστό τριπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο), μέσω του μηχανισμού της επιστροφής της διαφοράς από την υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης (clawback).
Οταν το Συμμάζεμα… Καθυστερεί
Γνώστες των οικονομικών της Υγείας και παράγοντες της αγοράς, έχουν επανειλημμένα τονίσει ότι πέρα από την αύξηση της ετήσιας φαρμακευτικής δαπάνης, ένα καλύτερο “νοικοκύρεμα” και εξορθολογισμός της, θα μπορούσε να λύσει πολλά προβλήματα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί το clawback το οποίο επιβάλλεται και στα γενόσημα και off patent φάρμακα, με αποτέλεσμα η τιμή τους να είναι τόσο χαμηλή που να καθίσταται σχεδόν απαγορευτική και ασύμφορη η παρουσία τους στην εγχώρια αγορά.
Έτσι 240 καταξιωμένα φάρμακα αυτού του είδους έχουν αποσυρθεί τα τελευταία χρόνια, ενώ ακόμη 600 κωδικοί παλαιών φαρμάκων χαμηλού κόστους (με τιμή κάτω των 5 ευρώ) αναμένεται να καταστούν εμπορικά “μη βιώσιμα”.
Φάρμακα τα οποία εάν αποσυρθούν θα αντικατασταθούν από ακριβότερα, τα οποία σωρρευτικά θα εκτοξεύσουν περαιτέρω τη φαρμακευτική δαπάνη.
Ιωάννα Σουλάκη, Δημοσιογράφος Υγείας